Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 31 Ιουλίου 2012

Talking Joyce


Άκουσα εχθές, συμπτωματικά, το Once in a lifetime των Talking Heads : Letting the days go by / water flowing underground, και θυμήθηκα το παρακάτω του James Joyce –που πάντα ήθελα να μεταφράσω -( τι ασυνάρτητη γυναίκα) –
οπότε νάτο:

All day I hear the noise of waters
 Making moan,
 Sad as the sea-bird is when, going
 Forth alone,
 He hears the winds cry to the water's
 Monotone.

 Τhe grey winds, the cold winds are blowing
 Where I go.
 I hear the noise of many waters
 Far below.
 All day, all night, I hear them flowing
 To and fro.

  Όλη την ημέρα ακούω τον παφλασμό των κυμάτων
Να στενάζει
Λυπημένο σαν το θαλασσοπούλι
Όταν πετώντας μόνο
ακούει ανέμους να ουρλιάζουν
στης θάλασσας τον μονότονο ρυθμό.
Οι γκρίζοι άνεμοι, οι παγωμένοι άνεμοι φυσούν
Όπου κι αν πάω,
Ακούω παφλασμό πολλών κυμάτων
Βαθιά από μέσα,
Όλη μέρα και όλη νύχτα, τα ακούω να γλιστρούν,
Μπρος και πάλι πίσω…

Και το original:
                                                                

Τρίτη 24 Ιουλίου 2012

En Francais, s'il vous plait!



Όταν ήμουν 8 χρονών πήγα στο πρώτο μου μάθημα Γαλλικών.
Θυμάμαι ότι τα πόδια μου δεν έφθαναν στο πάτωμα, από την καρέκλα που μου είχαν δώσει.
Ήταν μια ψάθινη παλιά καρέκλα, και σαν τον Proust με τις Madeleines, ακόμα και σήμερα όταν αγχώνομαι και ιδρώνουν οι παλάμες μου, νομίζω ότι σφίγγω μέσα τους αυτή την παλιά ψάθα. 
Η κυρία Μαίρη, η δασκάλα των Γαλλικών, ήταν μια καλλονή αρσακειάδα η οποία είχε υποπέσει στο εεε.. βασικό αμάρτημα με έναν φοιτητή της Φιλολογίας, και εν τέλει βρέθηκε, με το τέλειο λευκό manicure της – την εποχή που όλες τα έβαφαν κόκκινα – να διδάσκει Γαλλικά στην επαρχία.
Όλα αυτά όμως, είναι συνηθισμένα και αδιάφορα.
Το εντυπωσιακό στην κυρία Μαίρη ήταν το σπίτι της. Μια μονοκατοικία του ’80 (1880 εννοώ, όχι 1980 βρε) – της οποίας το κάθε δωμάτιο ήταν βαμμένο κι ένα διαφορετικό, έντονο χρώμα. Τρομερά ενδιαφέρον γεγονός για μένα τότε, αφού το δικό μας σπίτι –αφότου οι γονείς μου πήγαν εκείνο το ταξίδι στη Στοκχόλμη και γύρισαν με Σκανδιναβικό flair – ήταν κάτασπρο σαν ψυχιατρείο. Δηλαδή σαν ψυχιατρείο όπως τα έκαναν παλιά, τώρα μπορεί να τα διακοσμεί και η Martha Steward –I don’t know..
Υπήρχε λοιπόν, το πράσινο δωμάτιο, το καφέ –που έκανα κι εγώ μάθημα-, το γαλανό, το τυρκουάζ κ.ο.κ.
Και κάθε ένα από αυτά τα χρωματιστά δωμάτια, είχε σε κάθε ελεύθερη επιφάνεια που μπορούσες να φανταστείς, κεραμικές γλάστρες, δοχεία, φλιτζάνια τσαγιού, γεμάτα…κάκτους.
 Κάκτους μικρούς και τροπικούς, κάκτους ανθισμένους, κάκτους μεγάλους με τεράστια εχθρικά αγκάθια, κακτάκια που μόλις είχαν βγει απ’ το αυγό. Κάκτους, κάκτους παντού.




Καθόμουν λοιπόν εκεί, έγραφα στο τετράδιό μου και όποτε ξεχνιόμουν χαζεύοντας του κάκτους, η κυρία Μαίρη έλεγε δυνατά και αυστηρά: “En Francais, s’ il vous plait”!!!   

Ήρθε το καλοκαίρι της πρώτης χρονιάς και στο τελευταίο μάθημα πριν τις διακοπές, όπως στεκόμουν στην πόρτα και περίμενα να μου δώσει η κυρία Μαίρη το μοναδικό φιλί της χρονιάς, μάζεψα όλο το 8χρονο θάρρος μου και τη ρώτησα: «Γιατί έχετε τόσους κάκτους? Γιατί ειδικά κάκτους και όχι άλλα φυτά?»
-«Αγαπώ τους κάκτους, μου είπε, γιατί είναι σαν τους ευαίσθητους ανθρώπους, σκληροί και άγριοι απ’ έξω, μαλακοί και απαλοί από μέσα».

Προφανώς το κατάλαβα…
Ακόμα και σήμερα, δεν μπορώ να κοιτάξω αγριεμένο άνθρωπο χωρίς λύπηση και συμπάθεια.
Αυτούς οι «κάκτους», θέλω πιο πολύ απ΄όλους, να πάρω απ΄το χέρι…



Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Τι (δεν) θα φορεθεί φέτος το Χειμώνα




Κάθε Αύγουστο, η αμερικάνικη Vogue κυκλοφορεί ένα τεύχος που τιτλοφορείται «The Age issue».
Αυτό ειδικά το τεύχος, εκτός από το κλασικό «ποιο-μανόν-πάει-με ποιο-τσαντάκι», φιλοξενεί, για κάθε δεκαετία (20, 30, 40 κτλ.), μία γυναίκα που εκτός από το τέλειο δίδυμο τσαντάκι-μανόν, κατάφερε (ενώ εσύ κοιμόσουν), να πάρει κι ένα Pulitzer / Nobel  / Oscaron the side.
Είναι το αγαπημένο μου τεύχος και ποτέ δεν το χάνω. 

                                                            

Γι’ αυτό το Σαββατοκύριακο που πήγαμε στο εξοχικό μας (?) και μάζευα όσα πράγματα δεν μπορώ να αποχωριστώ, τώρα που ίσως δεν ξαναπάω, βρήκα δεκατρείς Vogue Αυγούστου από 13 χρόνια.
Και είχα ένα δίλημμα: τις παίρνω ή τις αφήνω?
Είναι πραγματικά έμπνευση αυτές οι γυναίκες που κατόρθωσαν το ακατόρθωτο, χωρίς να τους φύγει το eye-liner?
Η προσκόλληση στο αποτέλεσμα, θα πετύχω, θα αναγνωριστεί κάτι από όσα κάνω με κάποιας μορφής αναγνώριση (όχι Pulitzer..αλλά λέμε τώρα), είναι κάτι που στα αλήθεια εξυπηρετεί?
Δηλαδή η εντύπωση ότι κάπου πας, ότι υπάρχει στόχος, ότι η πορεία πρέπει οπωσδήποτε να οδηγεί σε ένα αποτέλεσμα, σε τι ακριβώς μας έχει ωφελήσει ως τώρα… –θα σας γελάσω.
Τέλος πάντων, δεν πήρα τις Vogue…Δεν πήρα ούτε τον καθρέπτη από το χωριό στην Ισπανία, ούτε τα κεραμικά πιάτα από το Άμστερνταμ που είχε χαρίσει ένας homedesigner στη μαμά μου.. (δεν διαβάζει το blog οπότε είμαι safe – η mamma, o designer δεν ξέρω..).
Η λίστα του τι πήρα –για να κρατάμε και αρχείο:

Little Infamies του Panos Karnezis
O μεγάλος ύπνος του Καραγάτση
Oracle Night του Paul Auster
Walden του Thoreau
One Fifth Avenue της Candace Bushnell… (guilty pleasure)
The autograph man της Zadie Smith
Lords and Ladies – a discworld novel του Terry Pratchett
The Sea του John Banville
Και ένα DVD: «Something's gotta give» -(γιατί μου αρέσει πως κλαίει η Diana Keaton στην ερωτική απογοήτευση – κλαίει αστεία).

Δεν πήρα τις Vogue άρα δεν έχω ιδέα τι θα φορεθεί φέτος το Χειμώνα.
Πάντως η λύπη δεν θα φορεθεί.
Τουλάχιστον όχι σε τόσο στενή γραμμή. Μπορεί να φορεθεί και να εβαζάρει λίγο…